Σκωληκοειδίτιδα

Τί είναι η σκωληκοειδής απόφυση;

Η σκωληκοειδής απόφυση είναι ένας μικρός (μήκους περίπου 10 εκατοστών και πάχους μέχρι 0,5 εκατοστά) τυφλός σωλήνας που βρίσκεται στο τελικό τμήμα του λεπτού εντέρου και στο αρχικό τμήμα του παχέος εντέρου. Μακροσκοπικά έχει τη μορφή «σκουληκιού» (σκώληκα) και σε αυτό οφείλει την ονομασία της.

Το ένα της άκρο (βάση σκωληκοειδούς) εξορμάται σταθερά από το παχύ έντερο (λίγο μετά τη μετάπτωση του λεπτού εντέρου σε παχύ έντερο), αλλά το άλλο της άκρο (κορυφή) είναι ελεύθερο και κινητό και μπορεί να βρίσκεται σε διαφορετική θέση στην κατώτερη κοιλιακή χώρα ή ακόμα και την πύελο.

Η φυσιολογική λειτουργία της σκωληκοειδούς απόφυσης έγκειται στη ρύθμιση του μικροβιώματος του παχέος εντέρου, καθώς αποτελεί «αποθήκη» μικροροργανισμών που συμβάλλουν σε μια πληθώρα φυσιολογικών μηχανισμών (παραγωγή βιταμινών, αποτροπή λοιμώξεων από επικίνδυνα μικροβιακά στελέχη κ.α.). Επίσης, καθώς είναι πλούσια σε λεμφικό ιστό παίζει σημαντικό ρόλο στην ωρίμανση του εντέρου που συμβαίνει κυρίως στην παιδική ηλικία.

Σκωληκοειδιτιδα:: Συμπτώματα - Διάγνωση - Θεραπεία

Τι είναι η σκωληκοειδίτιδα;

Η φλεγμονή της σκωληκοειδούς απόφυσης καλείται σκωληκοειδίτιδα και είναι συνήθως μια οξεία κατάσταση που εκδηλώνεται με έντονα συμπτώματα (πόνος, πυρετός κ.α.) μέσα σε διάστημα λίγων ωρών.

Γι’ αυτό και αποκαλείται οξεία σκωληκοειδίτιδα και αντιμετωπίζεται σαν έκτακτο περιστατικό. Σπανιότερα, μπορεί να συμβαίνουν υποτροπιάζοντα επεισόδια φλεγμονής μικρότερης έντασης και διάρκειας, που οδηγούν σε χρόνια φλεγμονή του οργάνου και συμφύσεις με τα γειτονικά όργανα.

Ποια τα αίτια της σκωληκοειδίτιδας;

Ο αυλός της σκωληκοειδούς απόφυσης επικοινωνεί με το υπόλοιπο έντερο, με αποτέλεσμα σε κάποιες περιπτώσεις μικρά κόπρανα (κοπρόλιθοι) να τον αποφράσσουν και να οδηγούν σε φλεγμονή του οργάνου. Από την άλλη, η φυσιολογική υπερτροφία του λεμφικού ιστού κατά την ανάπτυξη του ατόμου στην παιδική ηλικία ή η παθολογική αυτή υπερτροφία μετά από ιογενείς γαστρεντερίτιδες μπορεί επίσης να οδηγήσει σε απόφραξη του αυλού της σκωληκοειδούς απόφυσης.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η σκωληκοειδίτιδα είναι συχνότερη στα παιδιά και τους εφήβους. Άλλα αίτια οξείας σκωληκοειδίτιδας είναι η απόφραξη του αυλού του οργάνου από παράσιτα του εντέρου, αλλά κι από όγκους της σκωληκοειδούς απόφυσης.

Τι συμπτώματα προκαλεί η σκωληκοειδίτιδα;

Αρχικά ο ασθενής μπορεί να έχει άτυπα κοιλιακά ενοχλήματα ή να εμφανίζει έναν ασαφή πόνο στο μέσον της κοιλιάς (ομφαλός), που σταδιακά μετατοπίζεται στο κατώτερο δεξιό τμήμα της κοιλιάς, όπου βρίσκεται η σκωληκοειδής απόφυση που πάσχει. Συνήθως συνυπάρχουν ανορεξία, ναυτία, ακόμα και έμετοι, που ενίοτε οδηγούν στην εσφαλμένη εντύπωση ότι πρόκειται για γαστρεντερίτιδα.

Λίγες ώρες μετά ο πόνος εντείνεται, υπάρχει κακοδιαθεσία (κακουχία) και συνήθως εμφανίζεται δεκατική πυρετική κίνηση (<38°C). Από τη στιγμή που η σκωληκοειδής απόφυση αρχίζει να φλεγμαίνει, η κατάσταση εξελίσσεται συνεχώς σε διάστημα μερικών ωρών προς βαρύτερη λοίμωξη που οδηγεί τελικά σε νέκρωση του τοιχώματος του οργάνου (διάτρηση σκωληκοειδούς) και διαφυγή του περιεχομένου της στην περιτοναϊκή κοιλότητα, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται και τα γειτονικά όργανα (τοπική περιτονίτιδα) και τελικά όλος ο οργανισμός (γενικευμένη περιτονίτιδα-σήψη).

Άλλες παθήσεις των οποίων τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της οξείας σκωληκοειδίτιδας είναι οι εξής:

  • Γυναικολογικές παθήσεις: φλεγμονή εξαρτημάτων μήτρας (π.χ. σαλπιγγίτιδα), ρήξη ωοθυλακίου (στη δεξιά ωοθήκη), ρήξη εξωμήτριας κύησης
  • Φλεγμονή εντέρου σε νόσο Crohn
  • Οξεία γαστρεντερίτιδα
  • Μεσεντέρια λεμφαδενίτιδα
  • Φλεγμονή μεκελείου απόφυσης
  • Φλεγμονή/λίθος στον δεξιό ουρητήρα

Πώς γίνεται η διάγνωση της σκωληκοειδίτιδας;

Το γεγονός ότι η σκωληκοειδής απόφυση έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει διαφορετικές θέσεις ενός της κοιλιάς έχει σαν αποτέλεσμα όταν το όργανο φλεγμαίνει να υπάρχει διαφοροποίηση των συμπτωμάτων του ασθενούς ανάλογα με τη θέση της, ενώ η κατάσταση μπορεί επίσης να μιμείται άλλες ενδοκοιλιακές φλεγμονές (π.χ. φλεγμονές του παχέος εντέρου, φλεγμονές των έσω γεννητικών οργάνων στις γυναίκες κλπ).

Έτσι, η διάγνωση της οξείας σκωληκοειδίτιδας μπορεί – όχι σπάνια – να αποδειχθεί μια ιδιαίτερη πρόκληση ακόμα και για τον έμπειρο κλινικό γιατρό.

Η διάγνωση βασίζεται πάντα στην αξιολόγηση των συμπτωμάτων του ασθενούς σε συνδυασμό με τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης. Υπάρχει έντονος πόνος κατά την ψηλάφηση της κοιλίας χαμηλά στη δεξιά μεριά (σημείο McBurney), ο οποίος γίνεται εντονότερος κατά την απότομη απόσυρση του χεριού που ψηλαφά (αναπηδώσα ευαισθησία).

Οι αιματολογικές εξετάσεις μπορεί να βοηθήσουν την επιβεβαίωση της διάγνωσης (αύξηση λευκών αιμοσφαιρίων και CRP), ενώ και το υπερηχοτομογράφημα είναι σε θέση να δώσει σημαντικές πληροφορίες (υγρό στην κοιλιά, πάχυνση σκωληκοειδούς απόφυσης κ.α.).

Σε δύσκολες περιπτώσεις η Αξονική Τομογραφία (CT) προσφέρει πολύτιμη βοήθεια προκειμένου να αποκλεισθούν άλλα ενδεχόμενα ενδοκοιλιακής παθολογίας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η κλινική εικόνα είναι αυτή που θα οδηγήσει τον Χειρουργό να θέσει τη διάγνωση της οξείας αυτής κατάστασης.

Πώς θεραπεύεται η σκωληκοειδίτιδα;

Η θεραπεία της οξείας σκωληκοειδίτιδας είναι σχεδόν πάντα χειρουργική. Η φλεγμαίνουσα σκωληκοειδής απόφυση πρέπει να αφαιρεθεί χειρουργικά ώστε να απομακρυνθεί ο κίνδυνος περιτονίτιδας. Σε επιλεγμένες μόνο περιπτώσεις, όπου η πάθηση βρίσκεται σε αρχικό στάδιο και υπάρχει η δυνατότητα συνεχούς παρακολούθησης του ασθενούς, η κατάσταση μπορεί να αντιμετωπιστεί με διακοπή της σίτισης και ενδοφλέβια αντιβιοτική αγωγή (συντηρητική-μη χειρουργική αντιμετώπιση σκωληκοειδίτιδας).

Για την πλειονότητα των ατόμων με οξεία σκωληκοειδίτιδα που θα χειρουργηθούν, η αφαίρεση της σκωληκοειδούς απόφυσης δεν έχει καμία απολύτως επίπτωση στην μετέπειτα ζωή τους.

Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να γίνει με τομή στο κοιλιακό τοίχωμα («ανοικτή» επέμβαση) ή λαπαροσκοπικά. Σήμερα προτιμάται κατά κόρον η ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση (λαπαροσκοπική ή ρομποτική), όχι μόνο λόγω του λιγότερου μετεγχειρητικού πόνου, αλά κι επειδή δίνει τη δυνατότητα ελέγχου όλης της κοιλιάς και καλύτερης πλύσης σε περιπτώσεις περιτονίτιδας.

Επιπλέον, προτιμάται ειδικότερα σε παχύσαρκα άτομα, καθώς με ανοιχτή προσπέλαση απαιτείται μεγάλη τομή, αλλά και σε γυναίκες, γιατί επιτρέπει ταυτόχρονα τον έλεγχο των έσω γεννητικών οργάνων.

Η λαπαροσκοπική σκωληκοειδεκτομή πραγματοποιείται με 3 μικρές τομές (μερικών χιλιοστών) στην κοιλιά απ’ όπου ο χειρουργός εισάγει τα εργαλεία προκειμένου να αφαιρέσει την σκωληκοειδή απόφυση. Η σύγχρονη αντιμετώπιση με τη βοήθεια της λαπαροσκόπησης έχει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με την κλασσική χειρουργική τεχνική. Με τη βοήθεια της κάμερας υπάρχει καλύτερος έλεγχος της φλεγμαίνουσας περιοχής, αλλά και όλης της περιτοναϊκής κοιλότητας.

Επιπλέον, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αμφιβολία για το αν πρόκειται για σκωληκοειδίτιδα ή κάποια άλλη πάθηση που προκαλεί τα συμπτώματα του ασθενούς, η λαπαροσκόπηση έχει απόλυτη ένδειξη για να θέσει την οριστική διάγνωση.

Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι ελάχιστος και η αποκατάσταση ταχύτερη. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει η δυνατότητα διενέργειας της επέμβασης και με τη χρήση ρομποτικών συστημάτων da Vinci (ρομποτική σκωληκοειδεκτομή). Αξιοποιώντας τη βελτιωμένη αίσθηση χειρουργικού πεδίου που προσφέρει η 3D κάμερα και με τους εξαιρετικά ακριβείς χειρισμούς των ρομποτικών εργαλείων μπορεί πλέον να αντιμετωπιστεί και η πιο δύσκολη και επιπλεγμένη περίπτωση σκωληκοειδίτιδας.

Γενικός Χειρουργός Γ. Κ. Γεωργίου

Γενικός Χειρουργός Δρ. Γιώργος Κ. Γεωργίου


Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Master Χειρουργικής Ήπατος – Χοληφόρων – Παγκρέατος